1. Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης

Το Μέγαρο μουσικής Θεσσαλονίκης αποτελεί σίγουρα ένα εκ των δημοφιλέστερων κτιρίων της Θεσσαλονίκης, ίσως και σήμα κατατεθέν της μαζί με τον Λευκό Πύργο. Πλέον το Μέγαρο διακρίνεται στο “παλιό” και στο “καινούριο”, το μεν πρώτο πιο κλασικό και το δεύτερο πιο μοντέρνας αισθητικής. Το έργο παραδόθηκε το 2000 με το κτίριο Μ1, όπως ονομάζεται, να αναδεικνύει τον βυζαντινό παρελθόν και διεθνή χαρακτήρα της Θεσσαλονίκης. Δέκα χρόνια αργότερα παραδόθηκε και το κτίριο Μ2, το οποίο αποτελεί έργο του γνωστού Ιάπωνα αρχιτέκτονα Αράτα Ισοζάκι. Το πιο πρόσφατο κτίριο του Μεγάρου αποτυπώνει το μοντέρνο αρχιτεκτονικό ρεύμα. Στο χώρο του Μεγάρου στεγάζεται και η Μουσική Βιβλιοθήκη καθώς και το Μουσείο Μουσικών Οργάνων.
2. Μύλοι Αλλατίνη
Σχετικά κοντά στο Μέγαρο και κατευθυνόμενοι ανατολικά συναντάμε το ιστορικό κτίριο των Μύλων Αλλατίνη. Το κτίριο χρονολογείται από το 1890 και σχεδιάστηκε από των Ιταλό αρχιτέκτονα Βιταλιάνο Ποζέλι για την ιταλο-εβραϊκή οικογένεια Allatini. Ήδη από το 1883 οι αδελφοί Αλλατίνη είχαν εγκαταστήσει στο ίδιο σημείο τον«Kυλινδρόμυλο Αλλατίνη», ο οποίος καταστράφηκε το 1898 ολοσχερώς από μία μεγάλη πυρκαγιά. Βέβαια, το 1900 ο Ποζέλι ανέλαβε να τον αναστηλώσει, μεγαλύτερο σε σχέση με πριν. Έκτοτε έως και τη δεκαετία το 80′ οι μύλοι συνέχισαν κανονικά τη λειτουργία τον ιταλο-τουρκικό πόλεμο και την πυρκαγιά του 51′. Το 1971 ο χώρος των μύλων κρίθηκε ως κοινόχρηστος χώρος πρασίνου, ενώ το 1991 ολόκληρο το βιομηχανικό οικόπεδο χαρακτηρίστηκε ως ιστορικά διατηρητέο μνημείο. Από τα τέλη της δεκαετίας του 90′ ο χώρος, αν και επικίνδυνος, αποτελούσε δημοφιλές μέρος συνάντησης των νέων και εφήβων της περιοχής. Το τελευταίο ίσχυε τουλάχιστον μέχρι και το 2015, όταν ένα κορίτσι 15 χρονών έχασε τη ζωή του καθώς το δάπεδο του τρίτου ορόφου κατέρρευσε. Η δεκαπεντάχρονη έπεσε από ύψος τριών ορόφων πεθαίνοντας ακαριαία. Η ημέρα εκείνη σημάδευσε τη Θεσσαλονίκη και κάθε χρόνο την ίδια μέρα παρατηρούνται φαναράκια και μπουκέτα λουλουδιών έξω από το εγκαταλελειμμένο κτίριο.
3. Βίλα Αλλατίνη
Στην οικογένεια Αλλατίνη επί της οδού Βασιλίσσης Όλγας άνηκε και η ομώνυμη Βίλα Αλλατίνη, η οποία επίσης αποτελεί έργο του αρχιτέκτονα Βιταλιάνο Ποζέλι. Η Βίλα οικοδομήθηκε το 1898 στην τότε συνοικία των “Εξοχών” και προοριζόταν για εξοχική κατοικία της οικογένειας Αλλατίνη. Ανά τα χρόνια η Βίλα αξιοποιήθηκε διαφορετικά. Πιο συγκεκριμένα από το 1909 έως το 1911 φιλοξένησε τον σουλτάνο Αβδούλ Χαμίτ Β’, το 1926 στέγασε για ένα έτος την τότε νεοσύστατη Φιλοσοφική Σχολή Θεσσαλονίκης, ενώ κατά τη διάρκεια του Ελληνο -ιταλικού πολέμου από το 1940 έως το 1941 χρησιμοποιήθηκε σαν νοσοκομείο. Τα πιο πρόσφατα χρόνια από το 1979 αποτέλεσε την έδρα της Νομαρχίας Θεσσαλονίκης, ενώ από το 2011 έδρευε εκεί η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας. Πλέον τα περισσότερα τμήματα της Περιφέρειας έχουν μεταφερθεί κοντά στο Λιμάνι, ενώ μόνο λίγα εναπομείναντα φιλοξενούνται στο χώρο της βίλα μέχρι και σήμερα.
4. Βίλα Μπιάνκα ή Σάλα Μπιάνκα

Παραμένοντας στην περιοχή των “Εξοχών” στη συμβολή των οδών Σφούλη και Όκγας συναντούμε την Κάζα Μπιάνκα, η οποία αποτελεί έργο του αρχιτέκτονα Πιέτρο Αρριγκόνι και χτίστηκε στις αρχές του προηγούμενου αιώνα από τον Ιταλοεβραίο βιομήχανο Ντίνο Φερνάντεζ Ντίαζ. Η Βίλα Μπιάνκα έλαβε το όνομα τη από τη σύζυγο του Ντίαζ, την Ελβετίδα Blanche ή Bianca Meyer, στην οποία και πρόσφερε το συγκεκριμένο αρχοντικό ως δώρο για το γάμο τους. Αυτή η κατοικία αν και χτίστηκε και δόθηκε ως δώρο αγάπης κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα φιλοξένησε την τραγική ιστορία αγάπης της εβραίας κόρης του Ντίαζ, Αλίνε, με τον τον έφεδρο ανθυπολοχαγό του ελληνικού στρατού, Σπύρο Αλιμπέρτη. Το ζευγάρι παρά τις αντιδράσεις κατέφυγε στην Αθήνα, όπου και ενώθηκε με τα δεσμά του γάμου, αφού βέβαια η Αλίνε βαπτίστηκε χριστιανή. Στα χρόνια που ακολούθησαν το ζευγάρι επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη, ανακόπτοντας τις σχέσεις του με την οικογένεια της Αλίνε. Βέβαια, παρά αυτή τη θετική έκβαση, ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, ανάγκασε τον Ντίαζ και την οικογένεια του να καταφύγουν στην Ιταλία όπου και σκοτώθηκαν από άντρες της SS. H Αλίνε και ο Σπύρος, οι μόνοι επιζώντες, συνέχιζαν να διαμένουν στη Βίλα και μετά το τέλος του πολέμου. Η αγάπη τους άνθιζε μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του 60′, όταν έφυγαν από τη ζωή και οι δύο με ένα χρόνο διαφορά, αφήνοντας την τελευταία τους πνοή στη Βίλα Μπιάνκα. Αυτή η νεοκλασική κατοικία, ενθύμιο της παλαιότερης αίγλης της οδού Όλγας, δεσπόζει έως και σήμερα φιλοξενώντας τη Δημοτική Πινακοθήκη Θεσσαλονίκης, ενώ τα τελευταία χρόνια λειτουργεί και ως καφέ-μπάρ.
5. Συνοικία Ουζιέλ

Στην ευρύτερη περιοχή και προς την Καλαμαριά δέος προκαλεί η Συνοικία Ουζιέλ, ένα συγκρότημα 28 νεοκλασικών κατοικιών επί της οδού Παπανδρέου. Η συνοικία αποτελεί έργο του εργολάβου Δαβίδ Ουζιέλ και του αρχιτέκτονα Ζακ Μοσέ και οικοδομήθηκε το 1927. Η περιοχή αποτελούσε για εποχή αρκετά προνομιούχος, καθώς ήταν ήσυχη μακριά από τη φασαρία του κέντρου, αλλά και όμορφη γεμάτη από πλακόστρωτα σοκάκια, νεοκλασικές κατοικίες και ανθοστολισμένες αυλές. Οι μονοκατοικίες αποτελούσαν αρκετά ευρύχωρες για την εποχή στα 85-90 τμ. Το 1980 τα οικήματα κρίθηκαν ως διατηρητέα και ακόμα και σήμερα οι περισσότερες μονοκατοικίες κατοικούνται. Το 2016 ο O μηχανικός Γρηγόρης Μπινόπουλος ανέλαβε να αναπαλαιώσει μία από τις βίλες της συνοικίας, η οποία αν και αρκετά δύσκολη διαδικασία και λόγω της γραφειοκρατίας αλλά και των ιδιαίτερων κατασκευαστικών υλικών, σίγουρα αποζημιώθηκε από το αποτέλεσμα.
6. Βίλα Μορπούργο / Ζαρντινίδη (νυν Ιβάν Σαββίδη)

Η Βίλα Μορπούργο / Ζαρντινίδη χτίστηκε στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, λίγο πριν το 1906, και έχει αλλάξει αρκετούς ιδιοκτήτες αλλά και λειτουργείες ως κτίριο. Η αρχική ιδιοκτήτρια της βίλας, επίσης έργο του Βιταλιάνο Ποζέλι, ήταν η ιταλό-εβραία Φανή Ουζιέλ, σύζυγος του Μωυσή Μορπούργο (γιος της Ραχήλ Αλλατίνι και διευθυντή του μύλου Αλλατίνι). Μέτα το θάνατο της Φανής Ουζιέλ, η βίλα κληροδοτήθηκε στον γιό της Γεώργιο Μορπούργο το 1948. Μετά το πέρας του εμφυλίου πολέμου η βίλα δεσμεύτηκε από το ελληνικό κράτος ως εχθρική (Ιταλική) περιουσία και φιλοξένησε για λίγο το ΠΙΚΠΑ. Το 1952 αγοράστηκε από τον Νικόλαο Ζαρντινίδη, πολιτικό και υπουργό Δημοσίων έργων επί πρωθυπουργίας Κωνσταντίνου Καραμανλή 1977-1980 και αντιπρόσωπο της μεγάλης αυτοκινητοβιομηχανίας Fiat στη Βόρεια Ελλάδα. Η βίλα αποτέλεσε και “κρυψώνα” του Καραμανλή για μερικά χρόνια. Το 1984 η βίλα Morpurgo και η γειτονική συνοικία Ουζιέλ χαρακτηρίζονται με υπουργική απόφαση ως έργα τέχνης που χρειάζονται ειδική κρατική προστασία. Στην πορεία στον χώρο του κτιρίου φιλοξενήθηκε από το 2001 το κέντρο ο κέντρο τέχνης Villarte καθώς και το Ωδείο Βορείου Ελλάδος, καθώς και καφέ-μπαρ στον ισόγειο χώρο του κτιρίου. Από το 2011 και έπειτα το κτίριο έχει παραμείνει ανεκμετάλλευτο και έχει αφεθεί στην τύχη του. Το 2015 αγοράστηκε από τον Ιβάν Σαββίδη, ο οποίος ανέλαβε το έργο αποκατάστασης και αξιοποίησης με κόστος 2,5 – 3 εκατ. ευρώ.
7. Μεταξουργείο Μπενουζίλιο

Στην περιοχή της Πυλαίας συναντάμε ένα εκ των πρώτων και παλαιότερων βιομηχανικών κτιρίων στη Θεσσαλονίκη. Το παλιό μεταξουργείο Μπενουζίλιο κτίσθηκε περίπου το 1886 αν και μέχρι το 1920 λειτουργούσε ως κεραμοποιείο. Από τις αρχές έως και τα μέσα του προηγούμενου αιώνα αποτελούσε ένας από τους πιο περιζήτητους χώρους εργασίας καθώς ήταν ένα από τα ελάχιστα μεταξουργεία που είχαν επιβιώσει στο πέρασμα των χρόνων. Το Μπενουζίλιο έπαψε τη λειτουργεία του προς τα τέλη του 20 ου αιώνα και έκτοτε έχουν υπάρξει προτάσεις και προσπάθειες για τη μετατροπή του σε λαογραφικό μουσείο.
8. Ρωσικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης

Επί της οδού Παπαναστασίου κοντά στη στάση του Ο.Α.Σ.Θ. “Ευκλείδης” συναντούμε το παλιό Ρωσικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης, για το οποίο υπήρχαν συζητήσεις ήδη από το 1907, ενώ το έργο παραδόθηκε το 1910. Κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου το νοσοκομείο λειτουργούσε με Ρώσους γιατρούς, ενώ την εποπτεία του διατηρούσε ο γαλλικός στρατός. Μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση εγκαταστάθηκαν σε αυτό Έλληνες πρόσφυγες από τη Ρωσία. Από το 1925 έως και το 1975 στον χώρο του νοσοκομείου φιλοξενήθηκε η δημόσια “Μαιευτική Γυναικολογική Κλινική”, η οποία στη συνέχεια μετονομάστηκε σε “Δημόσιο Μαιευτήριο”. Μέχρι και το 1983 το κτίριο παρέμεινε εγκαταλελειμμένο, όταν και χαρακτηρίστηκε διατηρητέο μνημείο. Από το 1984 η Εφορεία Δημοσίων Κτημάτων ανέλαβε το έργο της αποκατάστασης του κτιρίου ώστε να στεγαστεί εκεί Ιστορικό Αρχείο Μακεδονίας. Το έργο διήρκησε δέκα χρόνια μέχρι και το 1994 καθώς μέχρι και σήμερα στεγάζεται εκεί το Ιστορικό Αρχείο Μακεδονίας .
9. Φάμπρικα ΥΦΑΝΕΤ

Η ΥΦΑΝΕΤ πλέον είναι γνωστή ως κοινωνική κατάληψη, ενώ στο χώρο της διοργανώνονται αρκετές πολιτιστικές εκδηλώσεις και πάρτυ. Από τα μέσα του 2000 έχει παρατηρηθεί ότι από αρκετούς χρησιμοποιείται και ως ένας αυτοσχέδιος χώρος διαμονής παρά το γεγονός ότι έχει κριθεί διατηρητέο. Βέβαια, η αν και η σύγχρονη κατάσταση του κτιρίου κεντρίζει το ενδιαφέρον των θεσσαλονικιών, η ιστορία του κτιρίου μετρά πάνω από 100 χρόνια. Ήδη από το 1905 το το τότε εργοστάσιο λειτουργούσε ως υφαντουργείο, ενώ το 1925 έλαβε το όνομα “ΥΦΑΝΕΤ”. Το 1936 έφτασε να αποτελεί 550 εργαζόμενους. Παρά τις δυσμενείς συνθήκες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου μεταπολεμικά το εργοστάσιο απασχολούσε 1300 εργαζόμενους, καθιστώντας το ένα εκ των πιο επιτυχημένων και κερδοφόρων βιομηχανιών στα Βαλκάνια. Την ανοδική πορεία του διέκοψε, όμως, μια μεγάλη πυρκαγιά το 1951, η οποία κατέστρεψε μεγάλο μέρος του εργοστασίου. Μέσα στα επόμενα χρόνια οι ζημιές της πυρκαγιάς δεν κατάφεραν να επιδιορθωθούν, οδηγώντας στο οριστικό κλείσιμο της ΥΦΑΝΕΤ ΤΟ 1964.
10. Γενί Τζαμί

Το Γενί Τζαμί, το οποίο κτίστηκε το 1902, αποτελεί και αυτό έργο του Ιταλό αρχιτέκτονα Βιταλιάνο Ποζέλι. Κτίστηκε στη σημερινή οδό Αρχαιολογικού Μουσείου 30 με σκοπό να εξυπηρετήσει ως χώρος λατρείας των Ντομνέδων δηλαδή των Εβραίων που είχαν εξισλαμιστεί. Από τη Μικρασιατική Καταστροφή φιλοξένησε αρκετούς πρόσφυγες, ενώ από το 1925 έως το 1963 αξιοποιήθηκε ως αρχαιολογικό μουσείο της πόλης. Σήμερα λειτουργεί ως εκθεσιακός χώρος του Δήμου Θεσσαλονίκης και στο προαύλιο χώρο του κτιρίου διατηρούνται εκθέματα της Ρωμαϊκής εποχής και των πρωτοχριστιανικών χρόνων.